14.2.12

Ο Καπετάν Άγρας και ο Μακεδονικός Αγώνας!

Αγνωστες πτυχές της ιστορίας του Μακεδονικού Αγώνα και της δράσης του Καπετάν Αγρα!

   Άγνωστες πτυχές από την ιστορία του Μακεδονικού Αγώνα (1903 - 1908), αλλά και τη δράση του Τέλλου Αγαπηνού (Καπετάν Άγρας), παρουσίασε στη Θεσσαλονίκη ο ιστορικός και ερευνητής, Κώστας Λυσιμάχου, μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσε το Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο σε συνεργασία με το Σύλλογο Μεσσηνίων Μακεδονίας-Θράκης «Ο Καπετάν Άγρας», στο πλαίσιο του εορτασμού των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.

    Η αφήγηση του άγνωστου αυτού και συγκλονιστικού επεισοδίου με τον Τέλλο Άγρα, στη Νάουσα Ημαθίας, είναι γλαφυρή και πολύ ζωντανή.

    Ο κ. Λυσιμάχου αναφέρθηκε στο πώς ξέφυγαν, μέσα από ένα περικυκλωμένο από τους Τούρκους σπίτι, οι καπετάνιοι Άγρας και Ρούβας, στη Νάουσα.

    Ο καπετάν Ρούβας -είπε ο ομιλητής- ήρθε να δει με τους άνδρες του (περίπου 45 άτομα), στο σπίτι της Νάουσας, τον Μεσσήνιο Μακεδονομάχο (Καπετάν Άγρα), που ήταν άρρωστος. Στο σπίτι αυτό υπήρχε μια καταπακτή στο ισόγειο, που οδηγούσε κάτω στο υπόγειο, όπου φυλάσσονταν τα ξύλινα βαρέλια του κρασιού (βαένια). Εκεί, ο καπετάν Ρούβας, με 35 από τους άνδρες του, συνάντησε τον Μεσσήνιο Μακεδονομάχο. Και ο κ. Λυσιμάχου συνέχισε: Τα άλλα 10 παλικάρια της ομάδας του Ρούβα, έφυγαν μέσα από κρυφή πόρτα που ήταν εντοιχισμένη στη μάνδρα του διπλανού σπιτιού.

    Στο χώρο του ισογείου του σπιτιού, που ήταν η καταπακτή, άπλωσαν βελέντζες για καμουφλάζ, ξάπλωσαν πάνω μια γριούλα, που προσποιούταν την άρρωστη. Όσον αφορά τον εξαερισμό του χώρου, που ήταν πολύ μικρός, αυτός γινόταν από ένα μικρό καγκελόφραχτο παράθυρο, το οποίο καλυπτόταν με ένα δεμάτι από λεπτά κλαδιά (τσάκνα), που χρησιμοποιούσαν για το τζάκι.

    Σύμφωνα με τον κ. Λυσιμάχου, στην ίδια αυτή κρύπτη, που χρησιμοποιήθηκε και στον Εμφύλιο πόλεμο, κρύφτηκαν 67 παιδάκια για να γλιτώσουν τις συνέπειες των πολεμικών συγκρούσεων, που σημειώνονταν εκείνες τις ημέρες του 1949, στη Νάουσα.

    «Το σπίτι αυτό, στο οποίο μεγάλωσα, δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχει: κατεδαφίστηκε, θυσιαζόμενο στο βωμό της …ανάπτυξης», ανέφερε ο κ. Λυσιμάχου.


ΑΜΠΕ/Π. Αλεξίου


Τα εγκλήματα των συμμάχων!


Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ.
  

ΕΙΣΑΓΩΓΗ :
Ο βομβαρδισμός της Γερμανίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διήρκεσε πέντε χρόνια και είναι ένα γεγονός που όμοιό του δεν συναντάται στην ιστορία της ανθρωπότητας. Το ανατολικό τμήμα της Γερμανίας ερήμωσε, με τη διαφυγή και το διωγμό των κατοίκων από εκεί. Η  Γερμανία  γνώρισε τη μεγαλύτερη συμφορά μετά τον Τριακονταετή Πόλεμο. Περισσότερες από χίλιες πόλεις και χωριά βομβαρδίστηκαν. Σχεδόν ένα εκατομμύριο τόνοι βόμβες έπεσαν πάνω σε τριάντα εκατομμύρια πολίτες, κυρίως γυναικόπαιδα και ηλικιωμένους. Σ’ όλη τη γερμανική επικράτεια, σημειώθηκαν εκρήξεις και ξέσπασαν πυρκαγιές. Υπήρξαν περισσότερα από μισό εκατομμύριο θύματα, ενώ πόλεις, που χρονολογούνταν από το Μεσαίωνα, υπέστησαν ανεπανόρθωτες ζημιές. Βέβαια, ο πύρινος όλεθρος στο Αμβούργο και στη Δρέσδη έχει αποτυπωθεί στη μνήμη του γερμανικού έθνους και είναι ευρέως γνωστός. Ωστόσο, λίγα γνωρίζουμε για το τι πραγματικά συνέβη στο Πφόρτσχαϊμ, το Ντόρτμουντ, το Ντάρμστατ, το Κρέφελντ, και το Κάσελ, όπως και σε πολλές άλλες πόλεις που έγιναν στάχτη.
Στο Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο περίπου 410.000 Γερμανούς πολίτες σκοτώθηκαν από τις συμμαχικές αεροπορικές επιδρομές. Από τον Ιούλιο 1944  έως τον  Ιανουάριο  1945, κατά μέσο όρο 13.536 άνθρωποι έχαναν τη ζωή τους κάθε μήνα. Στο Αμβούργο και μόνο περίπου 49.000 άμαχοι σκοτώθηκαν από βομβαρδισμούς, και στο Βερολίνο περίπου 35.000. Κατά τη διάρκεια μιας και μόνον  επίθεσης που  πραγματοποιήθηκε τη νύχτα από 1 - 14 Φεβρουάριος 1945, περισσότεροι από 20.000 πολίτες σκοτώθηκαν στη Δρέσδη. Αλλά δεν είναι μόνο αυτές οι  πόλεις είχαν πέσει θύματα των στρατηγικών βομβαρδισμών  των Συμμάχων.

Η μεσαίου μεγέθους πόλη Nordhausen έχασε περίπου το 20% του πληθυσμού της σε μια επίθεση νύχτα Μαΐου 1945, Pfortzheim έχασε 22%. Πολλές πόλεις, μεσαίου  μεγέθους, αλλά  και μικρές πόλεις είχαν το στόχο της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας (RAF) και των ΗΠΑ Air Force (USAAF), μεταξύ των οποίων και η Καρλσρούη, η Στουτγάρδη, το  Έσσεν, η Βρέμη, η Wilhelmshaven, η Emden, η Ντούισμπουργκ, το Αμβούργο, η Σααρμπρύκεν, το Ντίσελντορφ,η  Osnabrück, το Mainz, η Lübeck, η Münster, η Kassel, η Κολωνία, το Schweinfurt, η Ιένα, το Darmstadt, το Krefeld, η Λειψία, η Δρέσδη, τα Brunswick,το  Μόναχο, η Magdeburg, η Aschersleben, το Halberstadt, η Chemnitz, η Halle, η Plauen,το  Dessau, η Potsdam, η Ερφούρτη, αλλά και πόλεις όπως η Cailsheim, η Freudenstadt κα ιη  Hildesheim.

Παρ 'όλα αυτά  ότι οι αεροπορικές επιδρομές δεν είχαν επιπτώσεις στη στάση του πληθυσμού στον πόλεμο και στο εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς. Στην πράξη, εκτός από την μείωση της βιομηχανικής παραγωγής, ο διακηρυγμένος στόχος των συμμαχικών επιδρομών ήταν να αποδυναμώσει το ηθικό του πληθυσμού και να τινάξει τα ίδια τα θεμέλια του καθεστώτος. Κάτι το οποίο δεν πέτυχαν. Ακόμη και αν η γερμανική πολιτική ηγεσία περίμενε  δημόσια αναταραχή και εξέγερση του λαού που μπορούσαν να προκαλέσουν οι  από αέρος βομβαρδισμοί, αυτό δεν συνέβη.
Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ
Η Δρέσδη [Dresden] είναι πρωτεύουσα του ομόσπονδου κράτους της Σαξονίας. Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Έλβα. Χαρακτηρίζεται ως η «Φλωρεντία του Έλβα». Κατά τα χρόνια του Β΄Π.Π. η Δρέσδη αποτέλεσε τον χώρο στον οποίο βρήκαν καταφύγιο άστεγοι και κυνηγημένοι από τις γύρω πόλεις. Ο συνολικός της πληθυσμός υπολογίζεται σε 650.000 έως 800.000 χιλιάδες ανθρώπους. Στρατηγικά η πόλη δεν αποτελούσε στόχο. Δεν είχε ούτε βαριά ή στρατιωτική βιομηχανία ούτε κάποια μεγάλη αεροπορική βάση.    Τον Φεβρουάριο του 1945 το Ανατολικό μέτωπο απείχε από την πόλη περίπου στα 130χλμ. Η απόφαση για το βομβαρδισμό της πόλης είχε παρθεί πολλούς μήνες νωρίτερα αλλά οι κακές καιρικές συνθήκες σε συνδυασμό με την μετατόπιση των βομβαρδισμών στο Βερολίνο και κυριότερα στην κοιλάδα του Ρήνου, όπου βρίσκονταν η βαριά βιομηχανία της Γερμανίας, δίνανε παράταση στην πύρινη καταιγίδα που θα ακολουθούσε. Ουσιαστικά στις αρχές του 1945 δεν υπήρχε στρατηγικός στόχος που να μην έχει χτυπηθεί μέσα στο έδαφος της Γερμανίας.
13/2/1945 Το πρώτο κύμα των βαρέων τετρακινητηρίων αγγλικών βομβαρδιστικών Λάνκαστερ [Lancaster] απογειώθηκε στις 5.32 μμ.  Στις 6.00 μμ ολόκληρο το πρώτο κύμα της 5ης Σμηναρχίας μάχης, 244 βομβαρδιστικά Λάνκαστερ βρίσκονταν στον αέρα. Με χρονική διαφορά περίπου τρεις ώρες βρέθηκε στο αέρα και το δεύτερο κύμα. Αυτή την φορά στο αέρα είχαν σηκωθεί 529 Λάνκαστερ της 1ης,3ης,6ης και 8ης Σμηναρχίας μάχης. Ο χρόνος πτήσης συνολικά με την επιστροφή θα διαρκούσε περισσότερες από 8 ώρες ή 2.400 χιλιόμετρα πτήσης. Στις αποθήκες τους βρίσκονταν συνολικά τρεις χιλιάδες τόνοι βομβών. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν εμπρηστικές, βόμβες, δηλαδή βόμβες φωσφόρου. Ταυτόχρονα με τα δύο αυτά κύματα σε ολόκληρο το έδαφος της Γερμανίας πραγματοποιούνταν επιθέσεις αντιπερισπασμού ώστε την ώρα της πραγματικής επίθεσης η αντιαεροπορική κάλυψη και η Διοίκηση των νυχτερινών μαχητικών να έχει κορεστεί.
 
Στις  22.15 μμ. το πρώτο κύμα είχε φτάσει πάνω από την πόλη και περίμενε το πράσινο φως από ειδικά εξοπλισμένα αεροπλάνα τύπου μοσκίτο [mosquito] να επισημάνουν τους στόχους. Μετά από μερικά λεπτά τα βομβαρδιστικά έριξαν τις βόμβες. Το δεύτερο κύμα έφτασε πάνω από την φλεγόμενη πόλη ακριβώς στις 1.30πμ. Αυτή την φορά δεν χρειάστηκε η επισήμανση των στόχων γιατί όλη η πόλη φλέγονταν. Και τα δύο βρετανικά κύματα δεν αντιμετώπισαν παρά μια σχετικά αδύνατη αντιαεροπορική άμυνα. Ολόκληρο το βάρος της η Γερμανική άμυνα το είχε δώσει στην εξ ανατολών σοβιετική επίθεση. Ο τρόπος με τον οποίο έφευγαν οι βόμβες από τις αποθήκες των αεροσκαφών ήταν ειδικά σχεδιασμένος. Πρώτα έφευγαν οι εκρηκτικές βόμβες, που  σκοπό είχαν να καταστρέψουν τον σκελετό και τις στέγες των κτιρίων. Στην συνέχεια ρίχνονταν οι ραβδόμορφες εμπρηστικές βόμβες. Κύριο συστατικό τους ήταν ο φώσφορος.
 Η δομή των Γερμανικών πόλεων της εποχής, όπως και τα υλικά κατασκευής των κτιρίων βοηθούσαν όχι μόνο στην γρήγορη εξάπλωση της πυρκαγιάς, αλλά και στην δημιουργία ενός πύρινου ανεμοστρόβιλου, η ταχύτητα του οποίου ξεπερνούσε τα 250χλμ. Έτσι όχι μόνο η φωτιά εξαπλώθηκε αστραπιαία, αλλά όσο η ώρα περνούσε και οι θερμοκρασίες ανέβαιναν τόσο η καταστροφή μεγάλωνε. Ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα αναφλέγονταν χωρίς να έχουν βομβαρδιστεί. Η άσφαλτος έλειωνε και όσοι προσπάθησαν να βρουν καταφύγιο μέσα στον ποταμό Έλβα κάηκαν με την σειρά τους και αυτοί ζωντανοί. Το ποτάμι σχεδόν είχε βράσει και ο φώσφορος αναφλέγονταν στη επιφάνεια του κάνοντας αδύνατη την επιβίωση. Όσοι μείνανε μέσα στα καταφύγια μάλλον δεν πρόλαβαν να σκεφτούν τι ακριβώς τους συμβαίνει.
  Όμως η καταστροφή δεν είχε ολοκληρωθεί. Με το πρώτο φως της ημέρας 316 Β-17 ιπτάμενα φρούρια [flying fortress] τετρακινητήρια  βαρέα αμερικανικά αεροπλάνα, της 8ης Αεροπορικής Δύναμης ξεκίνησαν να συνεχίσουν το έργο που είχαν ξεκινήσει τα βρετανικά πληρώματα την προηγούμενη νύχτα. Στις 12.15 πμ - 12,25πμ είχαν είδη φτάσει πάνω από τον στόχο τους. Έριξαν συνολικά 771 τόνους βομβών πάνω από μια πόλη η οποία απλά δεν υπήρχε. Οι συνολικές συμμαχικές απώλειες ήταν ελάχιστες. Πιο πολλά αεροσκάφη χάθηκαν από ατυχήματα κατά την διάρκεια της πτήσης, παρά από την Γερμανική αεράμυνα. Οι απώλειες στο έδαφος ήταν ανυπολόγιστες. Η συνολική υποδομή της πόλης είχε καταστραφεί ολοσχερώς. Δεν υπήρχε νερό, ούτε ρεύμα, ούτε νοσοκομεία, ούτε χώρος ταφής των πτωμάτων. Συνολικά στην πόλη έπεσαν 45.000 χιλιάδες βόμβες, σχεδόν 4.000 χιλιάδες τόνοι. Οι φωτιές συνεχίστηκαν για εφτά ημέρες και οκτώ νύχτες. Οι συνολικές απώλειες και των τριών κυμάτων υπολογίζονται στους 135.000 χιλιάδες νεκρούς και σχεδόν 400.000 χιλιάδες αστέγων. Ο πραγματικός αριθμός των νεκρών δεν μπόρεσε ποτέ να επιβεβαιωθεί με ακρίβεια. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι νεκροί ξεπέρασαν τούς νεκρούς από το χτύπημα στην Χιροσίμα. Χωρίς φυσικά να υπολογιστούν οι μετέπειτα παρενέργειες της ραδιενέργειας.  

Ήταν ο πρώτος βομβαρδισμός πόλης του πολέμου που δημιούργησε παγκόσμια κατακραυγή. Από την επόμενη μέρα ο ίδιος ο Βρετανός πρωθυπουργός ( ο οινόφλυξ) Ουινστον Τσόρτσιλ [Winston Churchill] πηρέ αποστάσεις. Είμαστε θηρία;" ρώτησε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ μια νύχτα του 1943, μετά από προβολή  μιας ταινίας με  τις ζημιές που είχαν προκληθεί κατόπιν ενός  βομβαρδισμού  που  έγινε στη Γερμανία. Η ερώτηση ήταν μάλλον ρητορική: Ο Τσόρτσιλ είχε εγκρίνει την εκστρατεία βομβαρδισμού των Γερμανικών πόλεων από το ξεκίνημά του πολέμου  το 1940. Είχε εγκρίνει  επίσης την μαζική επίθεση που άρχισε σε συνδυασμό με τις αμερικανικές αεροπορικές δυνάμεις κατά τα δύο τελευταία χρόνια του πολέμου. Η γλώσσα του  μιλούσε όταν δεν ήταν πιωμένος για   «εξολόθρευση», «εκμηδένιση», των Γερμανών.  Μήπως η βρετανική στρατιωτική μηχανή προοριζόταν  εσκεμμένα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο σε μια πορεία για  την γενοκτονία του Γερμανικού λαού;

  Ο εμπνευστής ολόκληρου του αεροπορικού βομβαρδισμού της Γερμανίας, ο Άρθουρ Χάρις [ sir Arthour `bomber` Harris] υπεραμύνθηκε της τακτικής του. Πολλά έχουν γραφτεί από τότε. Πολλοί υπερασπίζουν την ορθότητα του βομβαρδισμού ως ένα ισχυρό μάθημα στον Γερμανικό λαό. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν ότι ήταν έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Και ορισμένοι ακόμη ένα μήνυμα προς τους Σοβιετικούς που ετοιμάζονταν ουσιαστικά να καταλάβουν την Γερμανία. Το σίγουρο είναι μόνο ένα, οι ανελέητοι αυτοί εγκληματικοί βομβαρδισμοί των συμμάχων, εναντίον των Γερμανικών πόλεων και του Γερμανικού λαού είναι εγκλήματα πολέμου, είναι εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Οι ηγέτες αυτών των χωρών έπρεπε να συλληφθούν και δικασθούν ως εγκληματίες πολέμου  πάνω στα ερείπια της Δρέσδης και των άλλων κατεστραμμένων Γερμανικών πόλεων. Ως γνωστό όμως την ιστορία την γράφει πάντοτε ο νικητής. Και ο νικητής πάντα σε έναν πόλεμο είναι ο θάνατος για τον ηττημένο.
 Νίκος Παπαγεωργίου.


Twitter Delicious Facebook Digg Favorites More