Θράκη: Μία άλλη Κύπρος;
Το θέμα μου είναι: “Η Θράκη, μία άλλη Κύπρος;”. Θα προσπαθήσω, δηλαδή, να απαντήσω στο ερώτημα, αν η Θράκη κινδυνεύει να ακολουθήσει την Κύπρο στον τραγικό κατήφορο της. Και, αν αυτό συμβαίνει, τι οφείλει να πράξει ο Ελληνισμός, για να αντιστρέψει μια τέτοια καθοδική πορεία.
ΤΙ ΕΓΙΝΕ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Ποιος ήταν -και είναι- ο σταθερός στρατηγικός στόχος της Άγκυρας καθ’ όσον αφορά στην Κύπρο; Προφανώς, να αποκτήσει -και σταδιακά να μεγιστοποιήσει- ουσιαστικό έλεγχο επί ολόκληρης της Μεγαλονήσου, περιλαμβανόμενης, ει δυνατόν, της τελικής, ολικής της προσάρτησης στην Τουρκία. Πώς προώθησε η Άγκυρα αυτόν τον στρατηγικό στόχο της: χρησιμοποιώντας συστηματικά τα εξής τακτικά μέσα:
Επιτυγχάνοντας την αναγνώριση ως τουρκικής μιας μειονότητας τουρκόφωνης (ή, μάλλον, δίγλωσσης, σε μεγάλο βαθμό), μιας μειονότητας μουσουλμανικής (με έντονα, όμως, κρυπτοχριστιανικά στοιχεία), μιας μειονότητας ελληνικής, κατά μέγα μέρος, καταγωγής.
Καταφέρνοντας (η Τουρκία) να θέσει υπό τον έλεγχο της τη μειονότητα αυτή και να αναγνωρισθεί ως “προστάτιδά” της.
Κατορθώνοντας να “αναβαθμίσει” τεχνητά τη μειονότητα αυτή σε “κοινότητα”, και από “κοινότητα” σε “μία από τις δύο κοινότητες” της Κύπρου, και ζητώντας μετά να αναγνωρισθεί ως “χωριστός λαός” και “χωριστό έθνος”.
Συγκεντρώνοντας, επίσης τεχνητά, τη μειονότητα σε ορισμένες εδαφικές περιοχές πριν από το 1974 και σε μία εδαφική περιοχή μετά.
Εξασφαλίζοντας ισχυρούς συμμάχους, τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς, των οποίων τα συμφέροντα εξυπηρετούνται από την προώθηση του τουρκικού στρατηγικού στόχου.
Διατηρώντας ισχυρές ένοπλες δυνάμεις (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρξαν χρονικές περίοδοι, κατά τις οποίες η Ελλάδα είχε υπεροπλία και έπρεπε να την αξιοποιήσει).
Επωφελούμενη από τις αποτυχίες και τα λάθη μας. Όπως από την παράλειψή μας να προστατεύσουμε τους Τουρκοκύπριους, ώστε η Άγκυρα, το Λονδίνο και η Ουάσιγκτον να μη τους εκμεταλλευθούν, να μη τους καταστήσουν αιχμή της λόγχης των ιμπεριαλιστικών τους σχεδίων. Επωφελήθηκε η Τουρκία και από την αποτυχία μας να πείσουμε και να προσεταιρισθούμε τους καλής πίστης Τουρκοκύπριους και να συνεργασθούμε μαζί του εναντίον εκείνων, που μόνο το καλό τους δεν ήθελαν. Αλλά και από την ανικανότητα μας να ασκήσουμε την απαιτούμενη - πράγματι δυσχερέστατη - αυτοσυγκράτηση και να μη πέσουμε στην παγίδα των αντίπαλων μας, οι οποίοι επεδίωξαν και κατάφεραν να προκαλέσουν ακόμη και ωμότητες των Ελλήνων εναντίον Τουρκοκυπρίων.
Η λανθασμένη τακτική, που ακολουθήσαμε έναντι των Τουρκοκυπρίων, συνδέεται με τη γενικότερη ανικανότητα μας να αντιληφθούμε εγκαίρως τις επιδιώξεις της Άγκυρας και των δυνάμεων που συμμαχούν μαζί της. Ανικανότητα που μας οδήγησε και στην πλάνη, ότι “μπορούμε να τα βρούμε με τους Τούρκους”. Μια ηθελημένη, βέβαια, μια εκούσια πλάνη εκείνων που ήξεραν την αλήθεια, αλλά που συνειδητά υποχώρησαν στις από κοινού πιέσεις Τούρκων, Άγγλων και Αμερικανών ή έκαναν ότι πίστεψαν τις υποσχέσεις τους. Σε αυτή την πλάνη (ή την δήθεν πλάνη) οφείλονται οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου καθώς και οι “διακοινοτικές συνομιλίες” μετά την εισβολή του 1974, με την κατοχή και την προσφυγιά -και, αργότερα, τον μαζικό εποικισμό- να συνεχίζονται. Είχε προηγηθεί η προδοσία του Ιουλίου 1974, από εκείνους που ίσως πίστεψαν (λέω “ίσως”, διότι η Δίκη της Κύπρου ματαιώθηκε για ανεξήγητους “λόγους ύψιστης εθνικής σκοπιμότητας”) από εκείνους, λοιπόν, που ίσως πίστεψαν, βλακωδώς, ότι “δίνοντας” (σαν να ήταν χωράφι του πατέρα τους) την μικρότερη περιοχή που κατέλαβε ο “Αττίλας Ένα”, θα ένωναν την υπόλοιπη Κύπρο με την Ελλάδα.
Σε αυτά πρέπει να προστεθούν η ανικανότητα μας να αποκτήσουμε πραγματικούς σύμμαχους (και η ψευδαίσθησή μας -πάλι ακούσια ή εκούσια- ότι οι τυπικοί μας “σύμμαχοι” είναι πραγματικοί) καθώς και η ολέθρια παράλειψη μας (ιδίως σε ορισμένες περιόδους ελπίζω η σημερινή περίοδος να μη είναι μία από αυτές) να διατηρούμε και να βελτιώνουμε το συσχετισμό των στρατιωτικών δυνάμεων Ελληνισμού - Τουρκίας στην Κύπρο και σε σχέση με αυτή, αλλά και στα άλλα τμήματα του ελληνοτουρκικού μετώπου.
Εκμεταλλευόμενη ελληνικές προδοτικές ενέργειες, ελληνικές αδυναμίες και ελληνικά λάθη και χρησιμοποιώντας τα μέσα που αναφέραμε, η Τουρκία προώθησε τον στρατηγικό της στόχο στην Κύπρο τόσο, ώστε να έχει δημιουργήσει σήμερα δύο προοπτικές απόλυτα αρνητικές για τον Ελληνισμό: α) H εμπέδωση και νομιμοποίηση της διχοτόμησης, με το “ελεύθερο” τμήμα, καθόλου στην πραγματικότητα ελεύθερο, αφού ζει στη σκιά του Αττίλα. β) Η τουρκοκρατούμενη ομοσπονδία, σύμφωνα με την “Δέσμη Ιδεών” του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και σύμφωνα με τα λεγόμενα “Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης”. Κατ’ ανάγκην τουρκοκρατούμενη, αφού: (α) το βόρειο ομόσπονδο κρατίδιο θα είναι τουρκικό, με πλειοψηφία πληθυσμού μόνιμα και θεσμοθετημένα τουρκική (τουρκική και όχι τουρκοκυπριακή: σύντομα οι συνεχώς αυξανόμενοι έποικοι θα αποτελούν την πλειονότητα των διαμενόντων στα κατεχόμενα) και με ομόσπονδα όργανα πάντοτε τουρκικά, (β) στα κεντρικά, ομοσπονδιακά, όργανα οι Τούρκοι θα έχουν βέτο σε όλα τα θέματα και τα αντίστοιχα ελληνικά βέτο θα υποχωρήσουν προ των τουρκικών, διότι (γ) ο συσχετισμός των στρατιωτικών δυνάμεων ως προς την Κύπρο θα είναι συντριπτικά υπέρ της Τουρκίας, όπως προβλέπουν οι “ιδέες” του ΟΗΕ, ιδέες τούρκικης, αμερικανικής και βρετανικής προέλευσης. Έχει καταφέρει δε η Τουρκία, με τη βοήθεια των Αμερικανών, να αποδυναμώσει την εφαρμογή, στην περίπτωση της Κύπρου, θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου, που κανονικά θα έπρεπε να μας ευνοούν.