Επιτέλους,
οι εκλογές τελείωσαν και μαζί τους και η προσωπική εμπλοκή σε αυτές
αλλά και ολόκληρης της χώρας. Χάσαμε λοιπόν ως έθνος εξαιτίας τους δύο
μήνες από την ζωή μας αλλά και κάποια εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ που
κόστισαν. Και όλα αυτά γιατί, μπορεί εύλογα να αναρωτηθεί ο
οποιοσδήποτε. Μα για να δώσουμε λαϊκή εντολή σε αυτούς που κυβερνούσαν
και πριν, το ΠΑΣΟΚ και την ΞΔ καθώς και τους εκπροσώπους του Μνημονίου.
Βέβαια υπάρχουν και ορισμένες μετεκλογικές αλλαγές: Προστέθηκε το
κυβερνητικό αλατοπίπερο της ΔΗΜΑΡ, ενώ αντιπολίτευση είναι πλέον και
επίσημα ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος περιμένει στην γωνία είτε για να κάψει την
Αθήνα, είτε για να κυβερνήσεις στα αποκαΐδια της μνημονιακής πολιτικής.
Όμως και στον πατριωτικό χώρο είχαμε πολλές και σημαντικές αλλαγές. Ο
ΛΑΟΣ απέτυχε σε δύο συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις να εισέλθει στην
βουλή και είδε τα ποσοστά του να συρρικνώνονται καθώς και τα στελέχη
του να μεταγράφονται σωρηδόν στο γαλάζιο μαντρί. Από την άλλη η Χρυσή
Αυγή πέτυχε και στις δύο αυτές εκλογές να συγκεντρώσει το μοναδικό 7%,
εισερχόμενη μετά βαΐων και κλάδων στο κοινοβούλιο. ΄
Έτσι λοιπόν τώρα ο ΛΑΟΣ καλείται σε ένα πολύ δύσκολο περιβάλλον να
βρει τον λόγο ύπαρξής του, τον διακριτό πολιτικό και ιδεολογικό χώρο που
θα κινηθεί, εάν θέλει να υπάρξει αυτοτελώς στο μέλλον. Συγχρόνως η
Χρυσή Αυγή έχει να συνδυάσει την κοινοβουλευτική παρουσία με το
πεζοδρόμιο. Την παρουσίαση θέσεων και προτάσεων με τον ακτιβισμό. Το τι
θα καταφέρουν από τα παραπάνω και οι δύο αυτοί οργανισμοί θα το δούμε
στο μέλλον. Όπως επίσης και το εάν υπάρχει περιθώριο για τον σχηματισμό
ενός νέου πατριωτικού κινήματος και το ποια χαρακτηριστικά, πολιτικά,
οργανωτικά, ιδεολογικά θα μπορεί να έχει αυτό.
Σε αυτό το σημείο όμως θα θέλαμε να ασχοληθούμε με ένα θέμα το οποίο
κυριάρχησε επικοινωνιακά στην προεκλογική περίοδο. Αναφερόμαστε φυσικά
στο θέμα του ναζισμού για τον οποί όλοι έγραψαν και μίλησαν, χωρίς όμως
κανείς να τον αντιπροσωπεύει. Από βαρύγδουπες αναλύσεις καθηγητών μέχρι
τηλεοπτικές αναλύσεις μεσημεριανάδικων εκπομπών είχαμε για ναζισμό, τον
οποίο υποτίθεται αντιπροσωπεύει η Χρυσή Αυγή, ενώ η ίδια το αρνείτο μετά
βδελυγμίας. Και όλος ο πολιτικός κόσμος τον καταδίκαζε, εκτός φυσικά
από την κοινωνία η οποία αδιαφορούσε καθώς είχε άλλα πιο ζωτικά ζητήματα
να ασχοληθεί και λόγους για τους οποίους να ψηφίσει.
Μέχρι και ο ΛΑΟΣ μπήκε δυναμικά στον αντιναζιστικό αγώνα, χωρίς ποτέ
να καταλάβει κανείς τι σκόπευε να αποκομίσει από αυτόν. Τα εύσημα του
Ανταρσύα ή την ψήφο της γιαγιάς στον Άγιου Παντελεήμονα που δεν μπορούσε
να βγεί από το σπίτι της εξαιτίας των μεταναστών; Και ενώ όλοι
καταδίκαζαν τον φασισμό, η Χρυσή Αυγή εντόνως και επιμόνως αρνείτο τα
χαρακτηριστικά του. Τόσο επίμονα όσο και ο ΛΑΟΣ παλαιότερα τον
χαρακτηρισμό του ακροδεξιού. Τα αποτελέσματα των αρνήσεων αυτών τα βίωσε
πρόσφατα ο δεύτερος με οδυνηρό τρόπο. Φυσικά το θέαμα της Χρυσής Αυγής
να αρνείται τις σχέσεις της με νεοφασιστικές και νεοναζιστικές
οργανώσεις, όπως και την μομφή ως πλαστών παλαιότερων τευχών της με την
σβάστικα ως εξώφυλλο, ήταν αρκούντως διασκεδαστικά και ενδεικτικά της
νεοελληνικής πραγματικότητας που θέλει τον οποίονδήποτε να είναι αυτό
που δηλώνει.
Όμως το σημαντικό δεν είναι ούτε ο αντιφασισμός του συστήματος, ούτε
τα προεκλογικά λάθη του ΛΑΟΣ, ούτε η πολιτική υποκρισία της Χρυσής
Αυγής. Το ζητούμενο είναι ότι ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας
αδιαφορεί για τους χαρακτηρισμούς περί ναζισμού και ψήφισε Χρυσή Αυγή.
Όπως και παλαιότερα, ένας εξίσου μεγάλος αριθμός Ελλήνων αδιαφόρησε για
τα περί ακροδεξιάς και ρατσισμού και στήριξε τον ΛΑΟΣ.
Αυτό συμβαίνει για διάφορους λόγους, όμως οι σημαντικοί είναι δύο. Ο
πρώτος αφορά την αντίδραση και την σιχασιά προς το σύστημα, ώστε όποιον
αυτό στοχοποιεί, ενστικτωδώς οι αντιδρούντες στρέφονται σε αυτόν. Ο
δεύτερος αφορά την αποδοχή των ιδεών μας από την κοινωνία επιτέλους. Ο
εθνικισμός, η αντίδραση στους μετανάστες, η απόρριψη του
μεταπολιτευτικού πολιτικού και κοινωνικού συστήματος δεν είναι πλέον
ταμπού αλλά αποτελούν δυναμικό πολιτικό στοιχείο, δυναμικότερο και από
την αριστερά.
Γι' αυτό φρόντισαν οι αγώνες και οι θυσίες πολλών ανθρώπων στο
πολιτικό, ιδεολογικό και ακτιβιστικό τομέα. Βοήθησε φυσικά και η
κατάρρευση στα μάτια της κοινωνίας του συστήματος ιδεών που κυβερνούσε
όλα αυτά τα χρόνια καθώς απέτυχε πλέον να προσφέρει την ευμάρεια που
αποζητά ο πολίτης για να μην ριζοσπαστικοποιείται.
Είτε λοιπόν ως απόρροια αγώνων, είτε ως προϊόν αντίδρασης ή μάλλον ως
συνδυασμού και των δύο, ο εθνικισμός έχει έλθει στο προσκήνιο πολιτικά,
ιδεολογικά αλλά κυρίως κοινωνικά. Αυτό που αναμένεται είναι η
διαχείριση του από εμάς ώστε να μην είναι παροδικό ξέσπασμα ή απλά μια
εναλλακτική του συστήματος που αναζητά αποκούμπια για να στηριχθεί. Όμως
αυτό είναι μια άλλη ιστορία.