9.3.11

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα "ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ"!

Η ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ.


εκδόσεις: ΕΡΩΔΙΟΣ

ΟΣΟ ΠΕΡΝΟΥΣΕ Η ΩΡΑ, Η ΑΔΗΜΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ μεγάλωνε. Ξαφνικά, από την οροφή κάποιος ξεκρέμασε μια τεράστια γαλανόλευκη. Το πλήθος ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, όλοι άρχισαν να ψάλλουν τον εθνικό ύμνο.
«Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, σε γνωρίζω από την όψη που με βία μετράει τη γη. Απ' τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά, Και σαν πρώτα αντρειωμένοι, χαίρε ω χαίρε, λευτεριά».

Εκείνος έμεινε άναυδος. Η ανάρτηση της σημαίας και η ψαλμωδία του εθνικού ύμνου απαγορευόταν αυστηρά από το πρώτο Διάταγμα. Αν γινόταν σε δημόσιο χώρο μάλιστα, τιμωρούταν με έξι χρόνια κάθειρξης στην Αποικία. Όμως, όλοι γύρω του γνώριζαν τα λόγια, κι ας μη διδάσκονταν αυτά πλέον στα σχολεία της Νέας Τάξης. Σε λίγο άκουσε ζητωκραυγές και γύρισε μπροστά του για να δει τι συμβαίνει. Πάνω στο λέβητα, είδε τον «μπροστάρη», περιτριγυρισμένο από τους φρουρούς του. Παρατήρησε ότι γύρω από το λέβητα, αλλά και κοντά στα τεράστια παράθυρα, ήταν τοποθετημένοι πολλοί ένοπλοι, όλοι τους ντυμένοι με μαύρες παραλλαγές. Όσοι βρίσκονταν εν υπηρεσία μέσα στη ζώνη ή στα κρησφύγετα των οργανώσεων της περιφέρειας, φορούσαν μαύρες παραλλαγές, με το εθνόσημο σε ευδιάκριτο σημείο αριστερά στο στήθος. Οι «μαύροι» παρακολουθούσαν άγρυπνα το πλήθος και μιλούσαν μεταξύ τους με κινεζικές δορυφορικές συσκευές. Ήταν δε ακροβολισμένοι σε όλη την αίθουσα. Ένοπλοι με μαύρες στολές υπήρχαν και ανάμεσα στο πλήθος, αλλά και στις εξόδους.
«Συναγωνιστές, ζήτω το Έθνος!»
Οι ιαχές του πλήθους, που ξεπερνούσε τα 5.000 άτομα, έφτασαν σίγουρα μέχρι τη Νέα Πόλη! Εκείνος κοίταξε γύρω του. Χιλιάδες νέοι, έτοιμοι να προασπίσουν τις αξίες του παλιού τρόπου και να αντισταθούν σε όλους αυτούς που με την πολιτική τους «ορθότητα» και τη σταλινική τους νοοτροπία κάθε μέρα σκότωναν τις προσδοκίες τους και τα όνειρα τους, άκουγαν εκστατικά την ομιλία του «μπροστάρη», με την αποφασιστικότητα της νιότης ζωγραφισμένη στα γεμάτα ελπίδα σπινθηροβόλα μάτια τους. Ξαφνικά, αισθάνθηκε να γυρνάει πίσω όλη του η ενέργεια, ένιωσε τους αδρανείς μύες του να χαλυβδώνουν. Χειροκρότησε κι εκείνος τον «μπροστάρη».
«Είμαστε και πάλι εδώ, η ζωντανή και αγωνιστική απόδειξη του Έθνους που ζει και που ελπίζει ότι θα δει και πάλι στον ιστό της τη γαλανόλευκη, με τον σταυρό πάνω στο κοντάρι της. Είμαστε εδώ για να παλέψουμε να πάρουμε πίσω ό,τι μας στέρησαν, την ελευθερία μας, την αξιοπρέπεια μας, την σημαία μας, το σταυρό, τις εκκλησιές μας και το ράσο, τις εικόνες μας, την οικογένεια, τη ζωή μας όλη! Είμαστε εδώ για να βροντοφωνάξουμε ότι θέλουμε την Ελλάδα μας πίσω. Ότι θέλουμε να αναλάβουμε ξανά τις τύχες της χώρας μας. Σας έχω ευχάριστα νέα: χθες, η Θεσσαλονίκη πέρασε και πάλι υπό τον έλεγχο μας. Η πολυεθνική αστυνομία υποχώρησε και πάλι στα σημεία ελέγχου έξω από την πόλη. Η γαλανόλευκη κυματίζει και πάλι πάνω στο Λευκό Πύργο! Όπως και στην Καστοριά, την Άρτα, τα Ιωάννινα, την Καβάλα, τη Σπάρτη και το Γύθειο, την αδούλωτη Μάνη, την Καλαμάτα, την Καρδίτσα, τη Λαμία, τη Ναύπακτο, τα Χανιά, την Πρέβεζα, το ηρωικό Μεσολόγγι. Η νίκη είναι κοντά, πολύ κοντά, πιο κοντά απ' ό,τι φαντάζεστε και τότε κάποιοι θα λογοδοτήσουν για τα εγκλήματα τους κατά της πατρίδας. Όλα δείχνουν ότι σε λίγες μέρες, η Πάτρα θα είναι δική μας. Όλοι μαζί, μια γροθιά, για να επανακτήσουμε τον έλεγχο στην ιερή γη των προγόνων μας! Το πνεύμα τους είναι μαζί μας, κάθε στιγμή, στη Νέα Πόλη, την Παλιά Πόλη, τη συμπρωτεύουσα, παντού σε όλη την Ελλάδα. Παλεύουμε κάθε μέρα, για να δικαιώσουμε τους συναγωνιστές μας στην Αποικία, που κάθε μέρα δοκιμάζονται σκληρά, υπομένουν τα βασανιστήρια των ινστρουχτόρων της Νέας Πορείας και ελπί¬ζουν. Μας δείχνουν το δρόμο της λευτεριάς. Ζήτω το Έθνος! Κάτω η εμποροκρατία της Νέας Πόλης! Κάτω η Νέα Τάξη Πραγμάτων!»
Το πλήθος παραληρούσε, καθώς ο ενθουσιασμός ήταν διάχυτος. Ο πλέον καταζητούμενος άνθρωπος στη χώρα και ένας εκ των πλέον καταζητούμενων στην Ευρώπη, ο «μπροστάρης», αψηφούσε το σύστημα που τον είχε επικηρύξει και εμφανιζόταν ενώπιον χιλιάδων ανθρώπων. Κανείς δεν συνομιλούσε με το διπλανό του. Δίπλα του ήταν μια παρέα καλοντυμένων νέων από τη Νέα Πόλη. Χειροκροτούσαν ενθουσιασμένοι. Στα χέρια των παιδιών πρόσεξε τα κομποσκοίνια. Δεν είχαν καταφέρει οι κυβερνώντες να εξαλείψουν το θρησκευτικό συναίσθημα. Είχαν αποτύχει οικτρά για άλλη μια φορά και τώρα έψαχναν δρόμο διαφυγής, διαπραγματευόμενοι για τα τομάρια τους. Στο βάθος του δρόμου έβλεπαν τις κρεμάλες και το τέλος τους.
«Χθες, τα παράσιτα της Νέας Πορείας προσπάθησαν ξανά να έρθουν σε επαφή μαζί μου. Είχαν το θράσος να μας προτείνουν αμνηστία. Μας είπαν ότι θα αποσύρουν την επικήρυξη και το διεθνές ένταλμα εναντίον μου, αν εγκαταλείψουμε τον αγώνα».
Οι αποδοκιμασίες του πλήθους πρέπει να έφτασαν και πάλι στα αυτιά όσων νόμιζαν ότι όλοι είναι αργυρώνητοι, όπως οι φιλελεύθεροι σοσιαλδημοκράτες πολιτικοί της Νέας Πορείας. Ο «μπροστάρης» χαμογέλασε.
«Τους διαμήνυσα να διαλύσουν τη Νέα Πορεία και τα κόμματα-αποκόμματα της ανανεωτικής Αριστεράς και των επιχειρηματιών, να αποχωρήσουν οικειοθελώς από την εξουσία, να προκηρύξουν εκλογές, να διώξουν τους Τούρκους συμβούλους τους, να απελευθερώσουν τους πολιτικούς κρατούμενους από την «κραυγή», να διαλύσουν την πολυεθνική αστυνομία και να μας παραδώσουν όσους αλλοδαπούς αστυνομικούς και δεσμοφύλακες έκαναν εγκλήματα και στο τέλος να παραδοθούν και εκείνοι. Και τότε μόνο θα δούμε αν και κατά πόσο θα δείξουμε επιείκεια! Η εθνική προδοσία τιμωρούταν κάποτε με την εσχάτη των ποινών. Η απάντηση μας είναι πως ό,τι κι αν κάνουν θα ηττηθούν, οι καμπάνες θα κτυπήσουν και πάλι, ενώ η γαλανόλευκη θα αναρτηθεί παντού. Είτε τους αρέσει είτε όχι. Αν τα αιτήματα μας δεν ικανοποιηθούν, θα εντείνουμε τις επιθέσεις μας και αυτοί όλοι θα πάνε σαν τα σκυλιά, θα πάνε να βρουν τον ιερόσυλο αντιπρόεδρο τους. Μέχρι ο τόπος να λευτερωθεί οριστικά από τους αχρείους απάτριδες και τους κήρυκες της ανοχής, της ηθικής εξαχρείωσης και της εμποροκρατίας».
Οι ιαχές λίγο έλειψε να γκρεμίσουν τους τοίχους. Εκείνος είδε όλους γύρω του να παραληρούν. Δεν είχε συνειδητοποιήσει αρχικά πόσος κόσμος είχε έρθει στη συνέλευση από τη Νέα Πόλη, το άντρο της επίπλαστης ευημερίας των διεθνιστών της ξεπουλημένης αστικής Αριστεράς και του κεφαλαίου. Όλα έδειχναν ότι η φασιστική εξουσία των φιλελεύθερων κηρύκων της πολυπολιτισμικής κοινωνίας, των θετικών διακρίσεων και του εθνικού και θρησκευτικού αποχρωματισμού, έβαινε προς το τέλος της, μαζί με τις κάμερες της, τους αλλοδαπούς πράκτορες της και τις σταλινικής έμπνευσης αναμορφωτικές αποικίες της. Ένιωσε ανακούφιση. Βλέποντας αυτό το ενθουσιώδες πλήθος, αντιλήφθηκε ότι όντως υπήρχε ελπίδα. Θυμήθηκε τα λόγια του Μάο Τσε Τουνγκ, από βιβλία μάλιστα που ανήκαν στη σύζυγο του και που εκείνη δεν είχε δείξει κανένα ενδιαφέρον να κρατήσει ή να φυλλομετρήσει εκ νέου, μόλις το σύστημα απορρόφησε την επαναστατικότητά της, καθιστώντας την γρανάζι του:
«Ο ανταρτοπόλεμος βγαίνει από τις μάζες και υποστηρίζεται απ' αυτές, δεν μπορεί ούτε να υπάρξει ούτε να ανθίσει αν αποκοπεί απ' τη συμπάθεια και τη συνεργασία του λαού».
Το μυαλό του γύρισε πίσω στα αμφιθέατρα του Πανεπιστημίου Αθηνών και τις φοιτητικές εκλογές. Εκείνος οργανωμένος στους Εθνικιστές, γνώρισε τότε την γυναίκα του, που ήταν οργανωμένη σε ομάδα της Αριστεράς. Αγαπήθηκαν με πάθος και παντρεύτηκαν. Τα ετερώνυμα έλκονται... Αυτή παρέμεινε έντονα πολιτικοποιημένη. Εκείνος δεν ασχολήθηκε περαιτέρω με την πολιτική μετά το πανεπιστήμιο. Όμως, όταν η πολυεθνική αστυνομία χτύπησε την εκκλησία στην κατακόμβη, κυριεύτηκε από οργή. Ακόμα και η ίδια η κυβέρνηση των Προοδευτικών κατάλαβε το σφάλμα της και απήλλαξε των καθηκόντων του τον αλλοδαπό διοικητή της πολυεθνικής αστυνομίας, ο οποίος μάλιστα δεν το ρίσκαρε και αναχώρησε για το εξωτερικό, παίρνοντας μαζί του και την οικογένεια του. Όμως, όσο ζούσε ο αιμοσταγής βέβηλος, δεν θα ήταν ασφαλής, ούτε η «Μάχη» θα διαλυόταν. Αυτό το είχε διαμηνύσει προς πάσα κατεύθυνση ο «μπροστάρης». Ο διοικητικός πυρήνας της «Μάχης» είχε αποφασίσει να τον βγάλει από τη μέση, όπου κι αν κρυβόταν, όποιο κι αν ήταν το κόστος. Είχε χύσει αίμα ελληνικό, δεν είχε διστάσει να εισβάλει στην υπόγεια εκκλησία εν ώρα λειτουργίας και να ανοίξει αδιακρίτως πυρ, σκοτώνοντας μάλιστα παιδιά.
Η Νέα Πόλη έμεινε βουβή από πόνο για ημέρες. Το μίσος όμως φώλιασε στις καρδιές των συγγενών των αδικοχαμένων. Οι Έλληνες δεν τα σήκωναν τέτοια πράγματα. Αυτό το γνώριζαν καλά οι ομοεθνείς του πρώην διοικητή, που στήριζαν με όλα τα μέσα την Νέα Πορεία. Όμως, είχαν αντιληφθεί ότι πλέον είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση και ότι αργά ή γρήγορα, θα πλήρωναν. Δεν τη γλίτωναν... Ήδη, είχε παρατηρηθεί αυξημένη έξοδος συγκεκριμένης εθνικότητας αλλοδαπών από την πρωτεύουσα. Η είδηση μετά την ολοκλήρωση της έρευνας ότι η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο, χωρίς να ασκηθούν διώξεις κατά αστυνομικών, εξαγρίωσε τους πάντες. Η Νέα Πορεία έβγαλε μια ανακοίνωση μιλώντας για «θρίαμβο της Δικαιοσύνης», ενώ η «Μάχη», από τις σελίδες της παράνομης έκδοσης της, της «Άμυνας», μίλησε για «κατευθυνόμενη Δικαιοσύνη που χρήζει κάθαρσης». Η Νέα Πόλη θύμιζε καζάνι που βράζει, ενώ οι επιθέσεις κατά της πολυεθνικής αστυνομίας, εντάθηκαν. Οι πολίτες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, θεωρούσαν πλέον τα σώματα ασφαλείας δυνάμεις κατοχής. Δύο άντρες περιπολικού της πολυεθνικής αστυνομίας τραυματίστηκαν από ζαρντινιέρα που έπεσε στην οροφή του οχήματος τους κάπου στις δυτικές συνοικίες.
Η συνέλευση ολοκληρώθηκε με χαιρετισμούς αντιπροσώπων από τις ομάδες της οργάνωσης στην περιφέρεια. Ο χρόνος δούλευε για λογαριασμό της «Μάχης», καθώς η κυβέρνηση δεν μπορούσε να αντιδράσει λόγω πολλών κωλυμάτων. Δεν μπορούσε έτσι απλά να σαρώσει τον πληθυσμό, ενώ στο θέμα της καταστολής είχε τραβήξει ήδη το σκοινί περισσότερο απ' όσο έπρεπε, μπαίνοντας στο στόχαστρο του διεθνούς Τύπου, ιδιαίτερα μετά τις εκτεταμένες έρευνες κατ' οίκον, άνευ εντάλματος. Η εικόνα της ομαλότητας που προσπάθησε να δείξει στους συνομιλητές της στο εξωτερικό δεν περνούσε, καθώς οι ξένοι ανταποκριτές μετέδιδαν τις ειδήσεις για τα χτυπήματα που τους διοχέτευε η οργάνωση και εκείνοι διασταύρωναν έστω και με δυσκολία, λόγω του ότι στα κρατικά ΜΜΕ είχε επιβληθεί αυστηρή λογοκρισία. Οι ιδεολογικοί επίγονοι αυτών που κάποτε έσπευδαν να δημοσιεύσουν τις προκηρύξεις της 17Ν, τώρα «διαπίστωναν» ότι γνωστοποιώντας τις θέσεις της «Μάχης», έπαιζαν το παιχνίδι της. Φαρισαίοι και υποκριτές.
Η οργάνωση επιδίωκε τη δημοσιότητα, που τουλάχιστον κάθε επίθεση μεγάλης κλίμακας της εξασφάλιζε. Τα πολλαπλά χτυπήματα σε όλη τη χώρα, είχαν πάντως τα περισσότερα γνωστοποιηθεί. Η οργάνωση ανελάμβανε πάντα την ευθύνη, ακόμα κι αν η προσπάθεια ήταν αποτυχημένη. Το κύρος της κυβέρνησης είχε καταρρακωθεί, ενώ η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας είχε καταβαραθρωθεί, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στο οικονομικό πεδίο. Οι ξένοι επενδυτές απομακρύνονταν, καθώς δεν υπήρχαν εγγυήσεις ασφαλείας, ενώ το Χρηματιστήριο σημείωνε μεγάλη κάμψη. Κάποιες ξένες εταιρείες που είχαν πάρε δώσε με την κυβέρνηση και εισήγαγαν γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα, είχαν προειδοποιηθεί να αποχωρήσουν, αλλιώς θα είχαν να κάνουν με την οργάνωση. Οι ξένοι πρέσβεις είχαν αντιληφθεί την κατάσταση και ενημερώνονταν συνεχώς, ενώ επιδίωκαν να ανοίξουν διαύλους επικοινωνίας με τον «μπροστάρη». Το αντάρτικο της «Μάχης» ασκούσε ισχυρές πιέσεις στην κυβέρνηση, που είχε υποχρεωθεί να αυξήσει τη φορολογία, εντείνοντας την δυσαρέσκεια του πληθυσμού. Μια σκέψη που υπήρξε αρχικά στα υψηλά κλιμάκια της «Μάχης» για γενικευμένη φορολογική ανυπακοή, ενέργεια που θα βύθιζε τη χώρα στην κρίση, εγκαταλείφθηκε. Ο «μπροστάρης» ετοιμαζόταν για την επόμενη μέρα και δεν ήθελε να κληρονομήσει τις συνέπειες αλόγιστων τακτικών.
Η «Μάχη» είχε καταφέρει να κλονίσει τη Νέα Πορεία και τους συμμάχους της, τα κόμματα των επιχειρηματιών, τα μάλλον ανίσχυρα κόμματα και κινήματα της ανανεωτικής Αριστεράς και τις πολιτικές οργανώσεις των αλλοδαπών. Όλα αυτά χωρίς μάλιστα ιδιαίτερα προβλήματα στην εικόνα της, καθώς δεν χρησιμοποιούσε εκρηκτικά και δεν προέβαινε σε σαμποτάζ των πρώην εταιρειών κοινής ωφέλειας. Στη Βόρεια Ελλάδα, όπου η απήχηση της «Μάχης» ήταν τεράστια, ποσοστό μεγαλύτερο του ημίσεως της επικράτειας είχε ήδη περάσει στα χέρια των αυτόνομων οργανώσεων της, που συντονίζοντας τη δράση τους, διεξήγαγαν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον της πολυεθνικής αστυνομίας, η οποία διαλυόταν παντού. Ευρείας κλίμακας επιχειρήσεις γίνονταν για να διωχθούν οι συμμορίες των αλλοδαπών που λυμαίνονταν την ύπαιθρο και τρομοκρατούσαν τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους. Δύο αποικίες αναμόρφωσης είχαν καταληφθεί και οι δεσμοφύλακες είχαν αιχμαλωτιστεί, ενώ οι πρώην πολιτικοί κρατούμενοι ενίσχυσαν εκ νέου τις γραμμές της οργάνωσης. Οι περισσότεροι αλλοδαποί αστυνομικοί είχαν λακίσει, περνώντας από την άλλη πλευρά των συνόρων. Δεκάδες είχαν πέσει αιχμάλωτοι στα χέρια των «μαύρων». Στις απελευθερωμένες περιοχές δημιουργούνταν νέοι πυρήνες των «μαύρων», αλλά και πολιτοφυλακές, με την καθοδήγηση στελεχών της «Μάχης». Οι πολίτες έμπαιναν πλέον ενεργά στον αγώνα και η κυβέρνηση της Αθήνας έχανε το έδαφος κάτω από τα πόδια της, καθώς βρισκόταν διαρκώς υπό πίεση, η οποία αυξανόταν. Οι επιχειρηματίες πίεζαν την κυβέρνηση να καταστείλει την εξέγερση χρησιμοποιώντας βία. Μάλιστα, στην Αθήνα έκαναν την εμφάνιση τους στελέχη πολυεθνικών εταιρειών παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών ασφαλείας. Αυτό μαθεύτηκε και η «Μάχη» απήγαγε μια ομάδα Βρετανών πρώην στρατιωτικών που έφτασαν στην Αθήνα, προκειμένου να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην κυβέρνηση. Η υπόθεση δημιούργησε δυνατό πονοκέφαλο στα στελέχη της Νέας Πορείας. Οι  εγγενείς αδυναμίες του καθεστώτος και των πρακτικών του, έβγαιναν πλέον όλες στην επιφάνεια.
Οι αλλοδαποί αστυνομικοί είχαν αποδειχθεί για άλλη μια φορά αναξιόπιστοι σύμμαχο1 για τους πρώην Προοδευτικούς. Οι κυβερνώντες όμως τους χρησιμοποιούσαν, γιατί απλά ελάχιστοι Έλληνες δέχονταν πια να ενταχθούν, παρά τα πλουσιοπάροχα κίνητρα, στην πολυεθνική αστυνομία. Η προπαγάνδα των «μαύρων» αλλά και οι παράτολμες ενέργειες τους, είχαν πιάσει τόπο. Οι προτάσεις για υποχρεωτικές μετατάξεις από το στρατό οδήγησαν σε παραιτήσεις ανώτατων αξιωματικών και έτσι, η τακτική αυτή εγκαταλείφθηκε. Για την προστασία της, η κυβέρνηση βασιζόταν σε μια επίλεκτη δύναμη πραιτοριανών. Ήταν κυρίως αλλοδαποί (Αμερικανοί και Βρετανοί) μισθοφόροι, οι οποίοι δρούσαν ως σωματοφύλακες αλλά και ως φρουροί ευαίσθητων εγκαταστάσεων, όπως η κρατική ραδιοτηλεόραση και οι επιχειρήσεις παραγωγής ενέργειας. Πληρώνονταν  αδρά και ως εκ τούτου είχαν προκαλέσει τη μήνη των στελεχών της πολυεθνικής δύναμης, που πλήρωναν σε καθημερινή βάση βαρύ φόρο αίματος από τους ελεύθερους σκοπευτές της «Μάχης».
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα "ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ"
Πολιτικού Αναλυτή, στην εκδήλωση-παρουσίαση του βιβλίου


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Twitter Delicious Facebook Digg Favorites More