ΑΦΟΥ πέτυχε να περάσει εν πολλοίς ανωδύνως τις Συμπληγάδες του Δεκεμβρίου όσον αφορά τις ενταξιακές διαδικασίες -με τη Λευκωσία και την Αθήνα να μην επιμένουν για άμεσα κοινοτικά μέτρα- η Άγκυρα τεντώνει και πάλι το σκοινί των προκλήσεων. Κατ' ακρίβεια, το παρατεντώνει, τόσο στο Αιγαίο με τις κατά συρροήν παραβιάσεις του ελληνικού εθνικού χώρου όσο και σε θέματα της μουσουλμανικής μειονότητος, για την οποία δημιουργεί πρόβλημα εκ του μη όντος, στοχεύοντας στην υποθεμελίωση προσχημάτων «για μελλοντική χρήση». Με ό,τι αυτό σημαίνει.
• Και σημαίνει ότι αυτήν τη φορά θα μετακυλίσει στη Θράκη τις εθνικιστικές της στοχοθεσίες, με υποδαύλιση ακραίων επιδιώξεων, αρχής γενομένης από την απαίτηση για συλλογικό εθνικό αυτοπροσδιορισμό, με τον οποίον η μουσουλμανική μειονότητα θα μεταβαπτισθεί ευθέως σε τουρκική.
Οπότε θα επαναπροσδιορισθούν ανάλογα και οι απώτεροι στόχοι, καθώς από τη στιγμή που θα επιβληθεί -έστω και αυθαιρέτως- ο επί εθνοτικής βάσεως προσδιορισμός των Ελλήνων μουσουλμάνων, θα προκύψουν αυτομάτως νέες πραγματικότητες όσον αφορά τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς και τα καλλιεργούμενα αιτήματα της μειονότητας.
Αυτά δεν αποτελούν απότοκα μιας αυθαίρετης συλλογιστικής. Είναι αντιθέτως παράγωγα όσων ήδη εξόφθαλμα μεθοδεύονται και όσων συστηματικά καλλιεργούνται το τελευταίο διάστημα, που μόνον εθελότυφλοι δεν τα διακρίνουν. Και που μόνον επιπόλαιοι μπορεί να παραγνωρίζουν και κυρίως να υποτιμούν. Γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγήσει την εθνική πολιτική σε βέβαιους και οδυνηρούς εκ των πραγμάτων αιφνιδιασμούς. Να μην αμφιβάλλουμε.
Κι αυτά ενώ στην άλλη πλευρά των ελληνοτουρκικών τριβών το Κυπριακό μπαίνει με ραγδαίο τρόπο και αναπότρεπτα, στην κρισιμότερη φάση του, με τις ελπίδες θετικών υπερβάσεων για λύση να μειώνονται καθέτως και αντιθέτως, τις προοπτικές ενός νέου -και αυτήν τη φορά καταληκτικού- αδιεξόδου να ανατάσσονται απειλητικές. Γιατί σε μια τέτοια περίπτωση πολύ δύσκολα θα αποτραπούν νέα τετελεσμένα, που θα παγιώνουν με μη αναστρέψιμο τρόπο τη γεωπολιτική κρεούργηση της Μεγαλονήσου έστω και αν αυτή έχει ενσωματωθεί αμετακλήτως στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, οι οποίοι όμως την αφήνουν εντελώς ακάλυπτη και ανυπεράσπιστη στο έλεος των τουρκικών οθωμανικών συνδρόμων. Παρόλο βεβαίως που αυτό το γεγονός αφορά περισσότερο την ίδια την Κοινότητα, έστω και αν αυτήν τη στιγμή δεν φαίνεται να αντιδρά. Και την αφορά γιατί:
• Και οι ελεύθερες περιοχές της Κύπρου και τα κατεχόμενα εδάφη της, συναποτελούν δυνάμει κοινοτικό έδαφος, όπως ρητώς διαλαμβάνεται στη Συνθήκη Προσχωρήσεως. Οπότε δεν είναι δυνατόν ο ευρωπαϊκός οργανισμός να μείνει αλώβητος από τη φοβερή στρέβλωση της εδαφικής διάσπασης και της ουσιαστικής προτεκτορατοποίησης μέρους της κοινοτικής επικράτειας. Γιατί κοινοτική επικράτεια είναι τα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, ό,τι και να συμβαίνει.
Ανεξαρτήτως αυτού, με την τακτική και την πρακτική των προκλήσεων η Άγκυρα επιδιώκει ακριβώς τη δημιουργία δυναμικών εκβιασμού του Ελληνισμού. Από τη μια δημιουργώντας κατάσταση εξουθενωτικών πιέσεων προς την Αθήνα, ώστε αυτή να ασκήσει επιρροή προς τη Λευκωσία για παραπέρα υποχωρήσεις και κλείσιμο του προβλήματος όπως όπως. Και από την άλλη, επισείοντας την προοπτική κρίσεως στο Κυπριακό με νέα τετελεσμένα, εκβιάζει για υποχωρήσεις στα Ελληνοτουρκικά. Όχι τόσο στο Αιγαίο -όπου θεωρεί ότι έχει επιτύχει σιωπηρή αποδοχή «γκρίζων ζωνών» και εκ προοιμίου συνδιαχείριση- όσο στη Θράκη, όπου ανατάσσει το μειονοτικό στο έπακρο, δημιουργώντας εκ του μη όντος ζητήματα. Ενώ παράλληλα υποθάλπει τα Σκόπια σε παράλληλες οχλήσεις σε βάρος της Ελλάδας.
Παλιά και δοκιμασμένη στρατηγική, την οποίαν Αθήνα και Λευκωσία οφείλουν από κοινού, αφού την αναλύσουν ρεαλιστικά, να την αντιμετωπίσουν άμεσα και προπαντός αποτελεσματικά, προάγοντας ανάλογες στρατηγικές αντιστάσεις, με συνεπή (και συνετή βεβαίως) συνδιαχείριση των εξελίξεων. Οι οποίες εξελίξεις στους επόμενους λίγους μήνες θα ενταθούν και ίσως εκτραπούν με απειλές και οξύνσεις, που είναι μάλλον προβλεπτές και προς το παρόν τουλάχιστον διαχειρίσιμες.
Γιατί εάν αφεθούν, θα αποβούν ενδεχομένως εκτός ελέγχου…
Του Α. ΛΥΚΑΥΓΗ
• Και σημαίνει ότι αυτήν τη φορά θα μετακυλίσει στη Θράκη τις εθνικιστικές της στοχοθεσίες, με υποδαύλιση ακραίων επιδιώξεων, αρχής γενομένης από την απαίτηση για συλλογικό εθνικό αυτοπροσδιορισμό, με τον οποίον η μουσουλμανική μειονότητα θα μεταβαπτισθεί ευθέως σε τουρκική.
Οπότε θα επαναπροσδιορισθούν ανάλογα και οι απώτεροι στόχοι, καθώς από τη στιγμή που θα επιβληθεί -έστω και αυθαιρέτως- ο επί εθνοτικής βάσεως προσδιορισμός των Ελλήνων μουσουλμάνων, θα προκύψουν αυτομάτως νέες πραγματικότητες όσον αφορά τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς και τα καλλιεργούμενα αιτήματα της μειονότητας.
Αυτά δεν αποτελούν απότοκα μιας αυθαίρετης συλλογιστικής. Είναι αντιθέτως παράγωγα όσων ήδη εξόφθαλμα μεθοδεύονται και όσων συστηματικά καλλιεργούνται το τελευταίο διάστημα, που μόνον εθελότυφλοι δεν τα διακρίνουν. Και που μόνον επιπόλαιοι μπορεί να παραγνωρίζουν και κυρίως να υποτιμούν. Γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγήσει την εθνική πολιτική σε βέβαιους και οδυνηρούς εκ των πραγμάτων αιφνιδιασμούς. Να μην αμφιβάλλουμε.
Κι αυτά ενώ στην άλλη πλευρά των ελληνοτουρκικών τριβών το Κυπριακό μπαίνει με ραγδαίο τρόπο και αναπότρεπτα, στην κρισιμότερη φάση του, με τις ελπίδες θετικών υπερβάσεων για λύση να μειώνονται καθέτως και αντιθέτως, τις προοπτικές ενός νέου -και αυτήν τη φορά καταληκτικού- αδιεξόδου να ανατάσσονται απειλητικές. Γιατί σε μια τέτοια περίπτωση πολύ δύσκολα θα αποτραπούν νέα τετελεσμένα, που θα παγιώνουν με μη αναστρέψιμο τρόπο τη γεωπολιτική κρεούργηση της Μεγαλονήσου έστω και αν αυτή έχει ενσωματωθεί αμετακλήτως στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, οι οποίοι όμως την αφήνουν εντελώς ακάλυπτη και ανυπεράσπιστη στο έλεος των τουρκικών οθωμανικών συνδρόμων. Παρόλο βεβαίως που αυτό το γεγονός αφορά περισσότερο την ίδια την Κοινότητα, έστω και αν αυτήν τη στιγμή δεν φαίνεται να αντιδρά. Και την αφορά γιατί:
• Και οι ελεύθερες περιοχές της Κύπρου και τα κατεχόμενα εδάφη της, συναποτελούν δυνάμει κοινοτικό έδαφος, όπως ρητώς διαλαμβάνεται στη Συνθήκη Προσχωρήσεως. Οπότε δεν είναι δυνατόν ο ευρωπαϊκός οργανισμός να μείνει αλώβητος από τη φοβερή στρέβλωση της εδαφικής διάσπασης και της ουσιαστικής προτεκτορατοποίησης μέρους της κοινοτικής επικράτειας. Γιατί κοινοτική επικράτεια είναι τα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, ό,τι και να συμβαίνει.
Ανεξαρτήτως αυτού, με την τακτική και την πρακτική των προκλήσεων η Άγκυρα επιδιώκει ακριβώς τη δημιουργία δυναμικών εκβιασμού του Ελληνισμού. Από τη μια δημιουργώντας κατάσταση εξουθενωτικών πιέσεων προς την Αθήνα, ώστε αυτή να ασκήσει επιρροή προς τη Λευκωσία για παραπέρα υποχωρήσεις και κλείσιμο του προβλήματος όπως όπως. Και από την άλλη, επισείοντας την προοπτική κρίσεως στο Κυπριακό με νέα τετελεσμένα, εκβιάζει για υποχωρήσεις στα Ελληνοτουρκικά. Όχι τόσο στο Αιγαίο -όπου θεωρεί ότι έχει επιτύχει σιωπηρή αποδοχή «γκρίζων ζωνών» και εκ προοιμίου συνδιαχείριση- όσο στη Θράκη, όπου ανατάσσει το μειονοτικό στο έπακρο, δημιουργώντας εκ του μη όντος ζητήματα. Ενώ παράλληλα υποθάλπει τα Σκόπια σε παράλληλες οχλήσεις σε βάρος της Ελλάδας.
Παλιά και δοκιμασμένη στρατηγική, την οποίαν Αθήνα και Λευκωσία οφείλουν από κοινού, αφού την αναλύσουν ρεαλιστικά, να την αντιμετωπίσουν άμεσα και προπαντός αποτελεσματικά, προάγοντας ανάλογες στρατηγικές αντιστάσεις, με συνεπή (και συνετή βεβαίως) συνδιαχείριση των εξελίξεων. Οι οποίες εξελίξεις στους επόμενους λίγους μήνες θα ενταθούν και ίσως εκτραπούν με απειλές και οξύνσεις, που είναι μάλλον προβλεπτές και προς το παρόν τουλάχιστον διαχειρίσιμες.
Γιατί εάν αφεθούν, θα αποβούν ενδεχομένως εκτός ελέγχου…
Του Α. ΛΥΚΑΥΓΗ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου