14.1.10

Εκεί στο ΚΙΣ δεν ντρέπονται ;;


ΕΚΘΕΣΗ ΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ Αριθµός 34/2009
Στην Αθήνα σήµερα στις 1 lουλίου 2009, ηµέρα Τετάρτη και ώρα 13.00, στο κατάστηµα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ο Φώτιος Μακρής, Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κάλεσε εµένα, το γραµµατέα του Ποινικού Τµήµατος του Αρείου Πάγου Γεώργιο Σωφρονιάδη, και µου δήλωσε ότι:  Ασκεί αναίρεση υπέρ του νόµου ενώπιον της Ολοµέλειας του δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 505 παρ.2 και 513 παρ.1 ΚΠΔ, κατά της 913/09 απόφασης του Πενταµελούς Εφετείου Αθηνών, το οποίο αθώωσε τον κατηγορούµενο Κωνσταντίνο Πλεύρη του Αθανασίου, κάτοικο Αθηνών, δικηγόρο, από την κατηγορία, α) της δηµόσιας πρόκλησης σε πράξεις δυνάµενες να προκαλέσουν διακρίσεις, µίσος και βία κατά προσώπων εκ µόνου του λόγου της εθνοτικής τους καταγωγής και β) της δηµόσιας έκφρασης προσβλητικών ιδεών κατά προσώπων λόγω της εθνοτικής τους καταγωγής,[άρθρα 1 παρ.1 και 2 Ν.927179 "Περί κολασµού πράξεων ή ενεργειών αποσκοπουσών εις φυλετικάς διακρίσεις''], και εκθέτει τα εξής:

1- Η αίτηση αναιρέσεως ασκείται 1) δικαιωµατικά από εµάς, σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 505 παρ.2 ΚΠΔ, µε την οποία µας χορηγείται το δικαίωµα να ζητούµε την αναίρεση οποιασδήποτε απόφασης, που υπόκειται κατά το άρθρο 504 παρ.1 ΚΠΔ σε αναίρεση, όπως είναι η πιο πάνω προσβαλλόµενη αθωωτική απόφαση του Τριµελούς Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε σε δεύτερο βαθµό και αποφάνθηκε τελειωτικά για τις κατηγορίες εναντίον του κατηγορουµένου, και 2) νοµότυπα, καθόσον γίνεται µε δήλωση στο γραµµατέα του Αρείου Πάγου [άρθρα 474 παρ.1, 509 παρ.1 ΚΠΔ] και για τους προβλεπόµενους από τις διατάξεις του άρθρου 510 παρ.1 περ.δ και ε ΚΠΔ λόγους της έλλειψης της ειδικής αιτιολογίας, που επιβάλλει το Σύνταγµα, και της εσφαλµένης εφαρµογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Είναι εποµένως τυπικά δεκτή. Να σηµειωθεί ότι επειδή η αναίρεση ασκείται υπέρ του νόµου έχει τις εξής ιδιαίτερες ρυθµίσεις: α) δεν απαιτείται να ασκηθεί µέσα σε ορισµένη προθεσµία και β) από την άσκησή της δεν βλάπτονται τα δι καιώµατα των διαδίκων.



2-Νοµική βάση
α- Η αθωωτική απόφαση, ενόψει του τεκµηρίου αθωότητας, που θεσπίζεται από την υπερνοµοθετικής ισχύος διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, η οποία κυρώθηκε µε το Ν. Δ/γµα 53/1974, δοθέντος δε ότι αντικείµενο αποδείξεως στην ποινική δίκη αποτελεί η ενοχή και όχι η αθωότητα του κατηγορουµένου, ο οποίος κηρύσσεται ένοχος µόνον αν αποδειχθεί η ενοχή του και όχι αν δεν αποδειχθεί η αθωότητά του, έχει έλλειψη αιτιολογίας, όταν σ’ αυτήν δεν εκτίθενται καθόλου τα πραγµατικά περιστατικά της πράξεως και οι λόγοι, από τους οποίους το δικαστήριο αδυνατεί να καταλήξει στο συµπέρασµα, ότι πραγµατώθηκε από τον κατηγορούµενο η αντικειµενική και υποκειµενική υπόσταση του αποδιδόµενου εις αυτόν εγκλήµατος. Τέτοια έλλειψη τέτοιας αιτιολογίας υπάρχει, επίσης, και όταν η αιτιολογία είναι εντελώς τυπική, προς την οποία εξοµοιώνεται και εκείνη που παραπέµπει στα πραγµατικά περιστατικά του διατακτικού. Και ναι µεν το αιτιολογικό µαζί µε το διατακτικό της απόφασης, στο οποίο ως λογικό συµπέρασµα, καταχωρίζονται όλα τα στοιχεία του εγκλήµατος, αποτελούν ενιαίο όλο και είναι παραδεκτή η αλληλοσυµπλήρωσή τους, πλην όµως η συµπλήρωση αυτή του αιτιολογικού δεν µπορεί να φθάνει µέχρι σηµείου ολικής αναφοράς στα περιστατικά που περιγράφονται στο διατακτικό της απόφασης. [ΑΠ.2274/05 Π.ΔIΚ.06/161].
β-Κατά το άρθρο 510 παρ. 1 Ε' του ΚΠΔ. λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλµένη ερµηνεία ή εφαρµογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει στο νόµο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγµατικά έχει, ενώ εσφαλµένη εφαρµογή τέτοιας διάταξης συντρέχει όχι µόνο όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγµατικά περιστατικά που δέχθηκε ως αληθινά στη διάταξη που εφαρµόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου για το λόγο ότι στο πόρισµα της αποφάσεως που περιλαµβάνεται στο συνδυασµό του αιτιολογικού µε το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήµατος, έχουν εµφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, µε αποτέλεσµα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή µη εφαρµογής του νόµου, οπότε η απόφαση στερείται νόµιµης βάσης.
γ-Κατά µεν το άρθρο 1 παρ.1 του Ν.927/1979 "περί κολασµού των πράξεων που αποσκοπούν σε φυλετικές και άλλες διακρίσεις" όποιος δηµοσίως προφορικώς, είτε δια του τύπου ή δια γραπτών κειµένων ή εικονογραφήσεων ή παντός ετέρου µέσου µε πρόθεση προτρέπει σε πράξεις ή σε ενέργειες που µπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, µίσος ή βία κατά προσώπων ή οµάδος προσώπων από µόνο το λόγο της φυλετικής ή εθνικής καταγωγής τους "ή του θρησκεύµατός τους", [περίπτωση που προστέθηκε µε το άρθρο 24 του Ν.1419/84], τιµωρείται µε φυλάκιση µέχρι δύο ετών ή µε χρηµατική ποινή ή και µε αµφότερες τις ποινές αυτές. Κατά δε το άρθρο 2 του ίδιου νόµου «όποιος είτε προφορικώς είτε δια του τύπου ή δια γραπτών κειµένων ή εικονογραφήσεως ή παντός ετέρου µέσου εκφράζει ιδέες προσβλητικές κατά προσώπου ή οµάδος προσώπων λόγω της φυλετικής ή της εθνικής καταγωγής τους "ή του θρησκεύµατός τους",[περίπτωση που προστέθηκε µε το άρθρο 24 του Ν.1419/84], τιµωρείται µε φυλάκιση µέχρι ενός έτους ή µε χρηµατική ποινή ή µε αµφότερες τις ποινές αυτές.
Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι τα πληµµελήµατα της α) της δηµόσιας πρόκλησης σε πράξεις δυνάµενες να προκαλέσουν διακρίσεις, µίσος και βία κατά προσώπων εκ µόνου του λόγου της εθνικής τους καταγωγής και β) της δηµόσιας έκφρασης προσβλητικών ιδεών κατά προσώπων λόγω της εθνικής τους καταγωγής, στοιχειοθετούνται όταν ο δράστης διεγείρει την επιθετικότητα ενός ή περισσότερων προσώπων σε βάρος τρίτων λόγω της φυλετικής ή εθνικής καταγωγής τους ή των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων και τους παροτρύνει σε συµπεριφορά που έχει ως αποτέλεσµα διακρίσεις, µίσος και βία. Η «προτροπή» αυτή πρέπει να είναι δηµόσια, δηλαδή να µπορεί να εισακουστεί και να επηρεάσει οποιονδήποτε δέκτη, ανεξαρτήτως αν τελείται σε δηµόσιο ή ιδιωτικό χώρο, µε δηµόσιο ή ιδιωτικό µέσο. Δεν απαιτείται, δηλαδή, προσωπική επικοινωνία του δράστη µε όποιον προκαλεί να προβεί σε ρατσιστικές ενέργειες. Οι πράξεις δε και οι ενέργειες στις οποίες προτρέπει το υποκείµενο του αδικήµατος του άρθρου 1 παρ.1 του Ν.927/1979 πρέπει να είναι πρόσφορες να προκαλέσουν «διακρίσεις, µίσος ή βία» χωρίς ωστόσο να είναι απαραίτητο να προκληθούν πράγµατι οι διακρίσεις, το µίσος ή και η βία. Αρκεί η συµπεριφορά, την οποία ενθαρρύνει ο δράστης να µπορεί να προκαλέσει το εν λόγω αποτέλεσµα, να δηµιουργείται δηλαδή η συναισθηµατική και ψυχολογική υποδοµή της επιθετικής και ρατσιστικής αντιµετώπισης του άλλου. Πρόκειται δηλαδή για αδίκηµα «αφηρηµένης - συγκεκριµένης διακινδύνευσης». Τούτο σηµαίνει ότι η ποινική προστασία του εν λόγω προστατευόµενου έννοµου αγαθού µετατίθεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να µην προϋποτίθεται η επέλευση της βλάβης προκειµένου να πληρωθεί η αντικειµενική υπόσταση του αδικήµατος, αλλά να αρκεί η πρόκληση κινδύνου επέλευσης της.

3-Η προκείµενη απόφαση
α-Το πραγµατικό. Στην προκειµένη περίπτωση το Πενταµελές Εφετείο [Πληµµεληµάτων] Αθηνών µε την προσβαλλοµένη απόφασή του έκρινε ότι από τα αποδεικτικά µέσα, που γενικά κατ' είδος µνηµονεύει, δεν αποδείχθηκαν τα σε βάρος του κατηγορουµένου στοιχεία συγκροτήσεως των πληµµεληµάτων α) της δηµόσιας πρόκλησης σε πράξεις δυνάµενες να προκαλέσουν διακρίσεις, µίσος και βία κατά προσώπων εκ µόνου του λόγου της εθνικής τους καταγωγής και β) της δηµόσιας έκφρασης προσβλητικών ιδεών κατά προσώπων λόγω της εθνικής τους καταγωγής, [άρθρα 1 παρ.1 και 2 Ν.927179 "Περί κολασµού πράξεων ή ενεργειών αποσκοπουσών εις φυλετικάς διακρίσεις"], και για το λόγο αυτό τον κήρυξε αθώο. Συγκεκριµένα για να καταλήξει στην εν λόγω αθωωτική του απόφαση το Πενταµελές Εφετείο τα εξής: Στην προκειµένη περίπτωση, κατά την ακροαµατική διαδικασία τόσο από τις ένορκες καταθέσεις όλων των µαρτύρων κατηγορίας, όσο και από το σύνολο των αποδεικτικών µέσων αποδείχθηκε περίτρανα ότι ο ανωτέρω κατηγορούµενος συγγράφοντας το επίµαχο βιβλίο του «Εβραίοι, όλη η αλήθεια» κατέστησε προσιτά στο ευρύ κοινό κείµενα που θα µπορούσαν, λόγω του έντονα επιθετικού ύφους τους, να καλλιεργήσουν µίσος και βία εναντίον των Εβραίων και να ενθαρρύνουν κάθε αναγνώστη τους στην υιοθέτηση ρατσιστικής και αντισηµιτικής συµπεριφοράς. Χαρακτηριστικά δείγµατα της έντασης του καλλιεργούµενου αντισηµιτισµού αποτελούν τα κάτωθι αποσπάσµατα του επίµαχου συγγράµµατος, τα οποία αναδείχθηκαν και αξιολογήθηκαν στην ανωτέρω ακροαµατική διαδικασία:
α)-Σελ. 742: «Έτσι θέλουν οι Εβραίοι. Διότι µόνον έτσι καταλαβαίνουν: εντός 24 ωρών και εκτελεστικό απόσπασµα».
β)-«Οι Εβραίοι δεν επέτυχαν να κυριαρχήσουν στην Ευρώπη ... Πάντως δηµιούργησαν παντού στην Ευρώπη το φυλετικό πρόβληµα το οποίο οξύνουν µε την βοήθεια των πολιτικάντηδων, τηλεπαρουσιαστών, «καθηγητών», δηµοσιογράφων και λοιπών γνωστών ή αγνώστων πρακτόρων τους. Τελικώς το µόνον που θα επιτύχουν είναι να ερεθίσουν τους Ευρωπαίους και να προκαλέσουν την αντίδραση των. Ενθυµηθείτε µε. Αυτήν την φορά δεν θα ευρεθούν καλοί Γερµανοί Ναζί, που θα µαζεύουν τους Εβραίους δια να τους στείλουν στην Μαδαγασκάρη, αλλ' Ιππότες της Λευκής Αποκαλύψεως. Τους φαντάζοµαι να καλπάζουν µε γυµνά ξίφη, πάνω στα σταχτιά άτια του θανάτου».
γ)-Σελ. 778: «Η µόνη οδός σωτηρίας των Εβραίων είναι να παύσουν να ονειρεύονται την παγκόσµιο κυριαρχία ... Αλλιώς ο αφανισµός τους θα συµβεί ολοκληρωτικώς και δια παντός. Tο πολύ-πολύ θα εναποµείνουν µερικές χιλιάδες που θα κόβουν τα πουλάκια τους και θα περιµένουν τον Ιεχωβά τους».
δ)-Σελ. 1228: « ... Μέχρι τότε για µας οι Εβραίοι θα παραµείνουν θανάσιµοι εχθροί, ιδιότητα που µόνοι τoυς επέλεξαν µε όλες τις συνέπειες αυτής της αποκλειστικής των επιλογής. Με την ευκαιρία αυτήν πρoειδoπoιoύµε: 1.Toυς Εβραίους που κυκλοφορούν µε Ελληνικά ονόµατα, δια να κρύπτουν την πραγµατική καταγωγή των, 2. Τους πράκτoρας των Εβραίων, ιδίως δηµοσιογράφους, πολιτικούς και τηλεπαρουσιαστές, που εξυπηρετούν τον εβραιοσιωνισµό, 3.Τους οικονοµικούς παράγοντας που διακινούν το παρασιτικό εβραϊκό κεφάλαιο, υπό µορφή ΑΕ «Τραστ», «Χόλντιν», «υπεράκτιων εταιρειών» κ.λπ, 4.Τους εβραιοϋποκινούµενους υπονοµευτές της Eλληνικής Εθνικής Παιδείας και Εξωτερικής πολιτικής, που κατέχουν δηµοσίας θέσεις και εξυπηρετούν τον εβραιοσιωνισµό, µε την επιβολή στην παιδεία και την εξωτερική µας πολιτική φιλοεβραιϊκών θέσεων, 5.Τα ΜΜΕ που δολιοφθείρουν τον Ελληνικό τρόπον ζωής, τα ιερά της Φυλής και τας Eθνικάς αξίας του Ελληνισµού, µε την άσκηση συστηµατικής προπαγάνδας όλων των ειδών µε σκοπό την διάδοση του εκφυλισµού και της παρακµής στην Εθνική Κοινωνία των Ελλήνων. Όλοι οι παραπάνω προειδοποιούνται δια πρώτη και τελευταία φορά, µε µίαν φράση: Εξηντλήθη η υποµονή µας. Τα υπόλοιπα θα γίνουν όπως πρέπει. Κι όταν κάνεις ότι πρέπει ας γίνει οτιδήποτε, καθώς έλεγε και ο Ι. Μεταξάς».
ε)-Σελ. 269: «Κάθε Έλλην, κάθε άνθρωπος που γνωρίζει την υπονοµευτική δράση του Εβραιοσιωνισµού πρέπει µόνος του, ως άτοµο να κινητοποιηθεί εναντίον των Εβραίων. Αρχικώς απαιτείται να κάνη τα ακόλουθα: … Όπου διαπιστώνετε Εβραϊκή επέµβαση να την αποτρέπετε µε την καταγγελία της και µετά µε όποια ενέργεια απαιτείται».
στ)-Σελ. 852: «ο Χίτλερ κατηγορήθη για κάτι που αληθώς δεν συνέβη. Αργότερα η ιστορία της ανθρωπότητας θα τον κατηγορήσει διότι ενώ ηδύνατο να απαλλάξει την Ευρώπη από τους Εβραίους, δεν το έκανε ... Αγαπητοί µου κύριοι Εβραίοι, εγώ δεν σας ζητώ να υποστείτε, όσα τα ιερά σας βιβλία διδάσκουν να υποστούµε εµείς, από εσάς... Είσθε εγκληµατίες, διότι αυτό δίδαξε η θρησκεία σας. Είσθε δολοφόνοι, διότι από παιδιά γαλουχηθήκατε στο έγκληµα. Εποµένως εµείς οι άλλοι δικαιούµεθα να σας αντιµετωπίσωµεν. Και θα το κάνουµε».
ζ)-Σελ. 902:« ... υπό την ανοχή της διεθνούς κοινωνίας και του εξευτελισµένου ΟΗΕ του πρώην ανθρωποφάγου Ανάν» (από την α' έκδοση, Μάιος 2006).« ... επιβάλλεται να λάβουµε επειγόντως µέτρα σωτηρίας της Λευκής Φυλής, του Ευρωπαϊκού πολιτισµού και προ παντός της Ελλάδος. Συγκεκριµένως και σε γενικότατες γραµµές πρέπει: Να αποµακρυνθούν οι Εβραίοι από την Ευρώπη την οποίαν αρκετά ταλαιπώρησαν.
η)-Σελ. 1075: (Σχολιασµός για τη λεζάντα φωτογραφίας από το Άουσβιτς: «Τα συρµατοπλέγµατα του Άουσβιτς είναι εκεί για να θυµίζουν σε ολόκληρο τον κόσµο τη ναζιστική θηριωδία της περιόδου 1939-1945): «Καλώς κάνουν και διατηρούν το στρατόπεδο εις καλή κατάσταση διότι ουδείς γνωρίζει τι µπορεί να συµβεί στο µέλλον».
θ)-Σελ. 1196: «Έχουµε λοιπόν µεταφορά όχι θανάτωση. Μα είναι σωστό να µεταφέρονται οι άνθρωποι βιαίως; Αν οι άνθρωποι αυτοί πιστεύουν ότι προορίζονται εκ Θεού να κυριαρχήσουν εις ολόκληρο τον κόσµο και τα Έθνη να είναι υπόδουλα εις αυτούς, τότε η µεταφορά των, κατά την γνώµη µου, δεν αρκεί».
ι)-Σελ. 266: «Και τώρα έφθασε η ώρα να δώσουµε στον Εβραίο το χαρακτηρισµό που του αξίζει ... Αυτός που βασανίζει τι είναι; Αυτός που πυροβολεί τι είναι; Αυτός που δολοφονεί γυναίκας ή αόπλους τι είναι; Αυτός που βιάζει τι είναι; ... Αυτός που θέλει να µας πίνει το αίµα τι είναι; ... Αυτός που τα κάνει όλα αυτά µαζί τι είναι; Είναι ο υπάνθρωπος Εβραίος!».
ια)-Σελ. 626: « ... Διότι εµείς είµεθα ΕΛΛΗΝΕΣ δηλαδή ανωτέρα Φυλή κι όχι άθλιοι σηµίται».
ιβ)-Σελ. 481: «Προσωπικώς εις επίδειξιν θαρραλέας διαµαρτυρίας δηλώνω, πάλι και πάλι, ότι είµαι αντισηµίτης, καταφρονώ τους Εβραίους, που θεωρώ υπανθρώπους».
ιγ)-Σελ.597: «Εβραίος (στο θρήσκευµα) και άνθρωπος είναι έννοιαι αντιφατικαί, δηλαδή η µία αποκλείει την άλλην».
ιδ)-Σελ. 583: «Το βιβλίο µου που τώρα διαβάζετε είναι µια απλή απόδειξη, ότι εµείς δεν υπολογίζοµε τους Εβραίους. Τους καταφρονούµε δια την ηθικήν των, δια την θρησκεία των, δια τις πράξεις των, που όλα µαζί αποδεικνύουν ότι είναι υπάνθρωποι».
ιστ)-Σελ. 1166: «Η Λευκή Φυλή δεν θέλει σηµίτας στην Ευρώπη, διότι έτσι την συµφέρει βιολογικώς».
ιζ)-Σελ. 1012:« Η Εβραϊκή πτωµατολογία στην περίπτωση τού Άουσβιτς απεδείχθη εξ αρχής ψευδεστάτη». «Τα τέκνα του «εκλεκτού λαού» δεν κατόρθωσαν ακόµη να αρπάξουν τα αγαθά των Εθνών, ούτε επέτυχαν να κυριαρχήσουν στον κόσµον. Στο µέλλον ουδείς γνωρίζει τι θα συµβεί. Ξέροµεν όµως τι συνέβη στο παρελθόν, όπου είδαµε τον «εκλεκτόν λαόν» να τρέµει προ της Μαύρης Στολής των Ές - Ές µε την αργυρά νεκροκεφαλή στο πηλήκιο. Είδαµε τον «εκλεκτό λαό» πειθήνιο, σιωπηλό, φοβισµένο να εργάζεται στην Γερµανική βιοµηχανία από την οποίαν ζητεί τώρα αποζηµιώσεις και τα οποίας ορθώς θα λάβη, όπως οι δούλοι, που δικαιούνται κάποιας αµοιβής δια την εργασία των, αλλά το χρήµα δεν ξεπλένει τον πενταετή εγκλωβισµό του «εκλεκτού λαού» στα Γερµανικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως, όπου πολλοί δυστυχείς απώλεσαν την ζωή των, περισσότεροι υπέφεραν και όλοι των ταπεινώθηκαν µέχρις πλήρους εξευτελισµού των, διότι οι Γερµανοί δεν σεβάσθηκαν τας περί «εκλεκτού λαού» διαβεβαιώσεις της Π. Διαθήκης και των Ταλµούδ».

β-Ο αναιρετικός έλεγχος.
Τα ανωτέρω αποσπάσµατα, που αποτελούν κάποια από τα επίµαχα κρινόµενα πραγµατικά περιστατικά του βιβλίου, στη βάση των οποίων στηρίχτηκε η κατηγορία εναντίον του Κωνσταντίνου Πλεύρη, είναι φανερό ότι πληρούν την ειδική ποινική υπόσταση των ανωτέρω εγκληµάτων κατά των φυλετικών, εθνοτικών και θρησκευτικών διακρίσεων του Ν. 927/1979. Και τούτο διότι η ο κατηγορούµενος εκφράζει δηµόσια την προσβλητική άποψη ότι η λευκή Ευρώπη κινδυνεύει από τους Εβραίους, τους οποίους εµφανίζει ως ραδιούργους, δολοφόνους και υπανθρώπους, ιδέες που δύνανται, πέραν πάσης αµφιβολίας, να πυροδοτήσουν εξάρσεις βίας, διακρίσεων, αντισηµηµιτισµού και, σε κάθε περίπτωση, µισαλλοδοξίας σε ευεπίφορους αναγνώστες. Η εµπάθεια και ο φανατισµός, που αποτυπώνονται στα ανωτέρω χωρία, καθιστούν άνευ ετέρου αυταπόδεικτο το γεγονός ότι τούτος εκ προθέσεως εξέφρασε δηµόσια απόψεις ικανές να προκαλέσουν διακρίσεις, µίσος και βία εις βάρος των Εβραίων και προσέβαλε πρόσωπα και οµάδα προσώπων λόγω της εθνοτικής τους καταγωγής. Παρά τα ανωτέρω ωστόσο, το Δικαστήριο της ουσίας ουδόλως εξέθεσε στην ανωτέρω απόφασή του τους λόγους για τους οποίους δεν µπόρεσε να καταλήξει στο συµπέρασµα ότι πραγµατώθηκε από τον κατηγορούµενο η αντικειµενική και η υποκειµενική υπόσταση των εγκληµάτων που του αποδίδονται. Και τούτο διότι κάνοντας δεκτό στο σκεπτικό της απόφασης ότι ο συγγραφέας του ανωτέρω βιβλίου δεν είχε σκοπό να υβρίσει και να προσβάλλει το σύνολο του εβραϊκού κόσµου εκ µόνου του λόγου του θρησκεύµατος τους, αλλά µόνο αυτούς που τάχα πιστεύουν και εφαρµόζουν τον «εβραιοσιωνισµό», διέλαβε ελλιπή και εσφαλµένη αιτιολογία, δεδοµένου ότι δεν αναφέρει στοιχεία που το έπεισαν περί αυτού και δεν µπόρεσε να δικαιολογήσει το γεγονός ότι ο συγγραφέας του ανωτέρω βιβλίου στην πραγµατικότητα καταφανώς στη συντριπτική πλειοψηφία των σελίδων του βιβλίου του αναφέρεται στους εβραίους γενικά και µόνο ως άλλοθι χρησιµοποιεί ενίοτε και την έννοια του εβραιοσιωνιστή, αποσκοπώντας έντεχνα να ταυτίσει στη συνείδηση του αναγνώστη του µε τις δύο αυτές έννοιες (Εβραίου - εβραιοσιωνιστή).
Συναφώς γίνεται αντιφατικώς δεκτός στην υπό κρίση απόφαση ο ισχυρισµός του κατηγορουµένου ότι η έκδοση και κυκλοφορία του βιβλίου του αποτελεί άσκηση της συνταγµατικά προστατευόµενης ελευθερίας γνώµης και έκφρασης καθώς και ενάσκηση του «δικαιολογηµένου επιστηµονικού ενδιαφέροντος του» για τη συγγραφή του εν λόγω βιβλίου. Και τούτο διότι το ίδιο το δικαστήριο απορρίπτοντας τον αυτοτελή ισχυρισµό του περί αντισυνταγµατικότητας του Ν. 927/1979 δέχθηκε ότι η ελευθερία της έκφρασης και της γνώµης καθώς και το δικαιολογηµένο επιστηµονικό ενδιαφέρον βρίσκουν το όριο τους και παρέχονται υπό την επιφύλαξη της τηρήσεως των νόµων του κράτους, όπως είναι ο νόµος 927/1979 «περί κολασµού πράξεων ή ενεργειών αποσκοπουσών σε φυλετικές διακρίσεις», που εναρµονίζεται µε τη διάταξη του άρθρου 2 του Συντάγµατος, που αναγορεύει το σεβασµό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου ως πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας.
Συντρέχει, συνεπώς, εν προκειµένω, ενόψει των ενδεικτικώς προεκτεθέντων, περίπτωση των λόγων αναίρεσης α) της ελλείψεως της ειδικής αιτιολογίας που απαιτεί το Σύνταγµα και β) της ευθείας εσφαλµένης εφαρµογής των διατάξεων του Ν.927/1979 περί κολασµού των πράξεων που αποσκοπούν σε φυλετικές και άλλες διακρίσεις, δοθέντος ότι, ενόψει των επισηµανθεισών παραλείψεων και ασαφειών της προσβαλλοµένης αποφάσεως στο σκεπτικό της δεν µπορεί το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου να διαγνώσει, αν έγινε ορθή εφαρµογή του ανωτέρω Νόµου.
4-Κατ' ακολουθία, εν όψει του ότι οι απορρέοντες από τις διατάξεις του άρθρου 510 παρ.1 περ.δ και ε ΚΠΔ λόγοι της έλλειψης της ειδικής αιτιολογίας, που επιβάλλει το Σύνταγµα, και της εσφαλµένης ερµηνείας και εφαρµογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, είναι βάσιµοι, πρέπει 1) να γίνει δεκτή η αίτηση αναιρέσεως, και 2) να αναιρεθεί η πλησσόµενη απόφαση.
Σε πίστωση αυτών συντάχθηκε η παρούσα έκθεση, η οποία, αφού αναγνώσθηκε και βεβαιώθηκε, υπογράφεται, ως έπεται.




Ο Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου                                                           Ο Γραμματέας

[υπογραφή]                                                                                                            [υπογραφή]

Φώτιος Μακρής                                                                                              Γεώργιος Σωφρονιάδης


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Twitter Delicious Facebook Digg Favorites More